Η σημερινή μέρα είχε διάφορες καλές φάσεις, όπως κάθε μέρα στο βουνό όταν τελειώνει χωρίς απρόοπτα. Το πρωί ξεκινήσαμε με μια ομάδα από Κλειστών για το Σπήλαιο του Πανός. Μετά το σπήλαιο, τους άφησα να κατέβουν από Ταμίλθι και συνέχισα για το καταφύγιο. Κλασικά πλέον, εδώ μέχρι να φτάσω στη ράχη Κούμπουλα πριν το διάσελο της Κυράς, ήμουν παπί στον ιδρώτα. Φταίει η υγρασία του καιρού, που τελευταία κατηγορώ συνέχεια. Τι να πω.
Το πρωί, στο ανέβασμα από Άρμα, δεν είχα ιδρώσει αφού η πεζοπορία μέσα σε ομάδα είναι πάντα πιο αργή και χαλαρή.
Κάπου από τα 1000μ άρχιζε το στρωμένο χιονάκι. Δεν ήταν πάνω από 5-7 εκατοστά και δεν γλύτωνες τις λάσπες όπου είχαν περάσει παραπάνω από καμιά δεκαριά οδοιπόροι. Όμως το λίγο χιόνι, και ήδη παλιωμένο 2-3 μέρες, είχε εξομαλύνει το έδαφος και μπορούσες να πηγαίνεις πιο γρήγορα από το κανονικό.
Στο καταφύγιο έλειπαν όλα τα τετράποδα, ακόμη και το αδέσποτο η Τζέλα που δεν χάνει Σαββατοκύριακο για Σαββατοκύριακο χωρίς να ανέβει στην Πάρνηθα κάνοντας τον γύρο των καταφυγίων. Αλλά ήταν εκεί ένας καινούριος αδέσποτος σκύλος, μαύρος, πιθανόν κυνηγιάρικος, τελείως ακοινώνητος ακόμη.
Το "ακοινώνητος" σημαίνει ότι ακόμη, ως αδέσποτος, δεν έχει κάνει τέχνη την ζητιανιά. Ποιος ξέρει τι έχει τραβήξει κι αυτός. Έτσι και σε συνελάμβανε να τρως, σε κοίταζε μπάστακας δίπλα σου για να του δώσεις κάτι. Του έδωσα. Το έφαγε. Με κοίταξε πάλι. Του ξαναέδωσα. Το έφαγε και αυτό. Με ξανακοίταξε. Δεν του έδωσα, είχα μόλις τελειώσει. Χωρίς κουνήματα ουράς και τα λοιπά, απλά συνέχισε προς τα άλλα τραπέζια με την τεχνική: σταματάω - σηκώνω μουσούδα - μυρίζω - αν δεν μυρίζει συνεχίζω στο επόμενο, χωρίς γλύκες και πιρουέτες. Δυό παιδάκια άρχισαν να τον χαϊδεύουν, και στάθηκε με ξυνισμένο ύφος -ξεκάθαρα- "αν είναι να μου δώσουν κατι, ας κάνω υπομονή και βλέπουμε". Τα παιδάκια τον άφησαν ήσυχο, μύρισε πάλι τον αέρα, τζίφος, και συνέχισε την βόλτα αναζήτησης.
Στον γυρισμό, έπεσα πάνω σε αυτό που ήταν η αφορμή να ξεκινήσω ότι διαβάζεις, απλά παρασύρθηκα και έπιασα να περιγράφω όλη τη μέρα.
Κατέβαινα αφηρημένος από την άσφαλτο. Γιατί από την άσφαλτο; Γιατί έτσι μπορούσα να μην ιδρώνω, κατήφορος κιόλας, και ταυτόχρονα μπορούσα να φοράω το φλις, χωρίς να νιώθω τον ιδρώτα να παγώνει σαν σε ψυγείο τριών αστέρων. Αφηρημένος λοιπόν, αρχικά η εικόνα πέρασε από τα μάτια μου κρυμμένη αδιάφορα στο τοπίο, χωρίς να της δώσω σημασία. Πλησιάζοντας κι άλλο, τότε, το συνειδητοποίησα.
Ένα ραβδί ήταν ακουμπισμένο όρθιο, στην κολώνα με τις πινακίδες για τα καταφύγια. Τι μου θύμισε όποιος το άφησε. Φίλε, να είσαι καλά.
Οι οδοιπόροι παλιά, λοιπόν, μετά από μια μέρα γεμάτη παραστάσεις του βουνού, είχαν δύο πρακτικές για το ραβδί που τους συντρόφεψε σε όλη τη διαδρομή, ή το έπαιρναν μαζί στο σπίτι, ή το άφηναν σε ένα κομβικό σημείο γιατί δεν τους έκανε καρδιά να το πετάξουν. Όχι αφημένο από δω και από κεί, αλλά περήφανο και στημένο σε ένα πέρασμα σαν μάρτυρας της ωραίας ημέρας που πέρασε κάποιος με αυτό, έτοιμο να το πάρει κάποιος άλλος.
Παλιές ωραίες συνήθειες, όλο νόημα, του βουνού και των ανθρώπων. Τις θυμάμαι όταν ήμουν μικρός και λίγο μετά. Στη συνέχεια ο κόσμος σταμάτησε να πολυ-πηγαίνει στη φύση, και ιδίως στα βουνά που σαν δραστηριότητα σε απομακρύνουν ακόμη περισσότερο από την αίσθηση των πόλεων. Και σαν περιβάλλον και σαν κοινωνία που αναπτύσσεται σε αυτό το περιβάλλον.
Βέβαια, τώρα έχουμε επανάκαμψη στις τάξεις του βουνού με άλλες μορφές δραστηριότητας, ορειβατικές και αυτές αλλά όχι τόσο "βουνίσιες". Πχ με το τρέξιμο ή το ποδήλατο που, στην επαφή τους με το βουνό, μοιάζουν με την αναρρίχηση βράχου, δηλαδή αναρρίχηση για την αναρρίχηση. Όπως είχε πει κάποιος παλιά, σκέτη αναρρίχηση κάνεις και σε βράχια στην παραλία.
Όμως τελευταία, κάτι για το οποίο γράφω με ανησυχία συχνά, από αρχές καλοκαιριού έχει αυξηθεί κατακόρυφα κάτι άλλο, η επισκεψιμότητα των αυτοκινήτων. Ίσως διακόσια ή τριακόσια τα εκατό. Συντελεί πολύ σε αυτό και η επιμονή των αρχών να μην επαναφέρουν τις δημόσιες συγκοινωνίες προς το βουνό.
Υποθέτω ότι θα είχε γίνει, κάπου, κάποτε, κάποια σύσκεψη και θα αποφάνθηκαν ότι δεν κάνουν καλό οι δημόσιες συγκοινωνίες στην καμένη Πάρνηθα. Δεν ξέρω, υποθέτω. Αν όμως συμβαίνει κάτι τέτοιο, κατα τη γνώμη μου είναι τελείως λάθος, και είναι το ακριβώς ανάποδο από ότι πρέπει να γίνει. Αλλά θα μου πεις, ποιος είμαι εγώ να εκφέρω άποψη πάνω στους ειδικούς. Τέλοσπαντων εύχομαι, το ξανα είπα πρόσφατα, αυτή η τρελή κίνηση των αυτοκινήτων να αποδώσει, τουλάχιστον, ένα καλό ποσοστό ανθρώπων που θα ασχολούνται με τη φύση και το βουνό, και μπλαμπλα, τα έχω πει πολλές φορές αυτά.
Το πρωί, στο ανέβασμα από Άρμα, δεν είχα ιδρώσει αφού η πεζοπορία μέσα σε ομάδα είναι πάντα πιο αργή και χαλαρή.
Κάπου από τα 1000μ άρχιζε το στρωμένο χιονάκι. Δεν ήταν πάνω από 5-7 εκατοστά και δεν γλύτωνες τις λάσπες όπου είχαν περάσει παραπάνω από καμιά δεκαριά οδοιπόροι. Όμως το λίγο χιόνι, και ήδη παλιωμένο 2-3 μέρες, είχε εξομαλύνει το έδαφος και μπορούσες να πηγαίνεις πιο γρήγορα από το κανονικό.
Στο καταφύγιο έλειπαν όλα τα τετράποδα, ακόμη και το αδέσποτο η Τζέλα που δεν χάνει Σαββατοκύριακο για Σαββατοκύριακο χωρίς να ανέβει στην Πάρνηθα κάνοντας τον γύρο των καταφυγίων. Αλλά ήταν εκεί ένας καινούριος αδέσποτος σκύλος, μαύρος, πιθανόν κυνηγιάρικος, τελείως ακοινώνητος ακόμη.
Το "ακοινώνητος" σημαίνει ότι ακόμη, ως αδέσποτος, δεν έχει κάνει τέχνη την ζητιανιά. Ποιος ξέρει τι έχει τραβήξει κι αυτός. Έτσι και σε συνελάμβανε να τρως, σε κοίταζε μπάστακας δίπλα σου για να του δώσεις κάτι. Του έδωσα. Το έφαγε. Με κοίταξε πάλι. Του ξαναέδωσα. Το έφαγε και αυτό. Με ξανακοίταξε. Δεν του έδωσα, είχα μόλις τελειώσει. Χωρίς κουνήματα ουράς και τα λοιπά, απλά συνέχισε προς τα άλλα τραπέζια με την τεχνική: σταματάω - σηκώνω μουσούδα - μυρίζω - αν δεν μυρίζει συνεχίζω στο επόμενο, χωρίς γλύκες και πιρουέτες. Δυό παιδάκια άρχισαν να τον χαϊδεύουν, και στάθηκε με ξυνισμένο ύφος -ξεκάθαρα- "αν είναι να μου δώσουν κατι, ας κάνω υπομονή και βλέπουμε". Τα παιδάκια τον άφησαν ήσυχο, μύρισε πάλι τον αέρα, τζίφος, και συνέχισε την βόλτα αναζήτησης.
Στον γυρισμό, έπεσα πάνω σε αυτό που ήταν η αφορμή να ξεκινήσω ότι διαβάζεις, απλά παρασύρθηκα και έπιασα να περιγράφω όλη τη μέρα.
Κατέβαινα αφηρημένος από την άσφαλτο. Γιατί από την άσφαλτο; Γιατί έτσι μπορούσα να μην ιδρώνω, κατήφορος κιόλας, και ταυτόχρονα μπορούσα να φοράω το φλις, χωρίς να νιώθω τον ιδρώτα να παγώνει σαν σε ψυγείο τριών αστέρων. Αφηρημένος λοιπόν, αρχικά η εικόνα πέρασε από τα μάτια μου κρυμμένη αδιάφορα στο τοπίο, χωρίς να της δώσω σημασία. Πλησιάζοντας κι άλλο, τότε, το συνειδητοποίησα.
Ένα ραβδί ήταν ακουμπισμένο όρθιο, στην κολώνα με τις πινακίδες για τα καταφύγια. Τι μου θύμισε όποιος το άφησε. Φίλε, να είσαι καλά.
Οι οδοιπόροι παλιά, λοιπόν, μετά από μια μέρα γεμάτη παραστάσεις του βουνού, είχαν δύο πρακτικές για το ραβδί που τους συντρόφεψε σε όλη τη διαδρομή, ή το έπαιρναν μαζί στο σπίτι, ή το άφηναν σε ένα κομβικό σημείο γιατί δεν τους έκανε καρδιά να το πετάξουν. Όχι αφημένο από δω και από κεί, αλλά περήφανο και στημένο σε ένα πέρασμα σαν μάρτυρας της ωραίας ημέρας που πέρασε κάποιος με αυτό, έτοιμο να το πάρει κάποιος άλλος.
Παλιές ωραίες συνήθειες, όλο νόημα, του βουνού και των ανθρώπων. Τις θυμάμαι όταν ήμουν μικρός και λίγο μετά. Στη συνέχεια ο κόσμος σταμάτησε να πολυ-πηγαίνει στη φύση, και ιδίως στα βουνά που σαν δραστηριότητα σε απομακρύνουν ακόμη περισσότερο από την αίσθηση των πόλεων. Και σαν περιβάλλον και σαν κοινωνία που αναπτύσσεται σε αυτό το περιβάλλον.
Βέβαια, τώρα έχουμε επανάκαμψη στις τάξεις του βουνού με άλλες μορφές δραστηριότητας, ορειβατικές και αυτές αλλά όχι τόσο "βουνίσιες". Πχ με το τρέξιμο ή το ποδήλατο που, στην επαφή τους με το βουνό, μοιάζουν με την αναρρίχηση βράχου, δηλαδή αναρρίχηση για την αναρρίχηση. Όπως είχε πει κάποιος παλιά, σκέτη αναρρίχηση κάνεις και σε βράχια στην παραλία.
Όμως τελευταία, κάτι για το οποίο γράφω με ανησυχία συχνά, από αρχές καλοκαιριού έχει αυξηθεί κατακόρυφα κάτι άλλο, η επισκεψιμότητα των αυτοκινήτων. Ίσως διακόσια ή τριακόσια τα εκατό. Συντελεί πολύ σε αυτό και η επιμονή των αρχών να μην επαναφέρουν τις δημόσιες συγκοινωνίες προς το βουνό.
Υποθέτω ότι θα είχε γίνει, κάπου, κάποτε, κάποια σύσκεψη και θα αποφάνθηκαν ότι δεν κάνουν καλό οι δημόσιες συγκοινωνίες στην καμένη Πάρνηθα. Δεν ξέρω, υποθέτω. Αν όμως συμβαίνει κάτι τέτοιο, κατα τη γνώμη μου είναι τελείως λάθος, και είναι το ακριβώς ανάποδο από ότι πρέπει να γίνει. Αλλά θα μου πεις, ποιος είμαι εγώ να εκφέρω άποψη πάνω στους ειδικούς. Τέλοσπαντων εύχομαι, το ξανα είπα πρόσφατα, αυτή η τρελή κίνηση των αυτοκινήτων να αποδώσει, τουλάχιστον, ένα καλό ποσοστό ανθρώπων που θα ασχολούνται με τη φύση και το βουνό, και μπλαμπλα, τα έχω πει πολλές φορές αυτά.
---