Savvas Hiker
Όι Ώρες Πορείας (ΩΠ) που αναφέρονται στις καταγραφές διαδρομών, σε αυτό το blog, είναι οι πραγματικοί χρόνοι για έναν μέσο πεζοπόρο, με τις μικροστάσεις, με σχετικά ευνοϊκό καιρό και στεγνό έδαφος.
------------------------------------------
Γενικά για τις Ώρες Πορείας (ΩΠ) στα βουνά
Αποτύπωση χρόνου σε μια διαδρομή στο βουνό μπορούμε να έχουμε και από κάποιον που τρέχει, πηδώντας σβέλτα σαν κατσίκι από πέτρα σε πέτρα, σταματάει μετά από 100μ με τη γλώσσα έξω, σταματάει και το χρονόμετρο για να κάνει διάλειμμα, και μετά από λίγο ξεκινάει πάλι τρέχοντας για να σταματήσει πάλι μετά από 100μ, κοκ. Το αστείο αυτό παράδειγμα θέλει να πει οτι μπορούμε να μετρήσουμε μια απόσταση σε χρόνο με πολλούς τρόπους, όμως θέλουμε κάτι κοινά αποδεκτό και πρακτικά χρήσιμο σαν πληροφορία.
Όσον αφορά έναν αποδεκτό υπολογισμό αναφοράς, στην
κλασική ορειβασία, από πολύ παλιά, έχει καθιερωθεί στις αναβάσεις ο κανόνας υπολογισμού του Naismith (Naismith's rule). Σύμφωνα με αυτόν, υπολογίζουμε 1ω για κάθε 5.000μ, δηλαδή με σταθερό μέγεθος ταχύτητας 5.000μ/ω, συν 1ω για κάθε 600μ του αθροίσματος των θετικών υψομετρικών διαφορών της διαδρομής.
Στον κανόνα του σκωτσέζου Naismith, δεν λαμβάνονται υπόψη οι συνθήκες οξυγόνωσης του ανθρωπίνου σώματος από το "μέσο υψόμετρο" και άνω (>1.500μ). Κάτι που είναι λογικό για τα βουνά της Σκωτίας, τα οποία σε δυσκολία καιρού και εδάφους δεν έχουν να ζηλέψουν πολλά από τις Άλπεις, αλλά δεν ξεπερνούν το ύψος της Πάρνηθας. Πχ το περίφημο Ben Nevis, και καμάρι των υπέροχων σκωτσέζων ορειβατών, με ορθοπλαγιές 600-700μ, δικό του "north face", με πρώιμους και άγριους χειμώνες, κατα τα άλλα είναι στο ίδιο ύψος με το Όρνιο (1.350μ). Όμως, μην υποτιμήσετε ποτέ αυτό τον πρωταρχικό κανόνα των απαρχών της ορειβασίας και του αλπινισμού, που αποτελεί πάντα έναν άξονα αναφοράς σε διάφορα θέματα και σχεδιασμούς. Για παράδειγμα, ανάμεσα σε πάρα πολλά, ο υπολογιζόμενος χρόνος με τον κανόνα του Naismith για μια διαδρομή, αποτελεί και το συγκριτικό όριο για να κρίνουμε αν ένας χρόνος εκτέλεσης της διαδρομής, που έγινε από κάποιον, λογίζεται σαν χρόνος τρεξίματος ή πεζοπορίας.
Υπόψη:
- Γενικού τύπου κανόνες και υπολογισμοί, όπως του Naismith, λαμβάνουν σαν μέτρο ένα άτομο σε καλή φυσική κατάσταση.
- Στην οξυγόνωση του ανθρωπίνου σώματος υπό συνθήκες πολύωρης πεζοπορίας ή σωματικής δραστηριότητας παίζει ρόλο ακόμη και το "χαμηλό υψόμετρο" από τα 900μ και πάνω, αλλά στον υπολογισμό αυτό όπως και σε άλλους που θα αναπτύξουμε παρακάτω, λαμβάνεται υπόψη ένας έστω ακόμη στις αρχές αλλά κάπως εξοικειωμένος πεζοπόρος (ή "εγκλιματισμένος").
- Διαδρομές, ή τμήματα διαδρομών, στις οποίες ο πεζοπόρος αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει τα χέρια του δεν υπολογίζονται ως πεζοπορικές.
Υπόψη:
- Γενικού τύπου κανόνες και υπολογισμοί, όπως του Naismith, λαμβάνουν σαν μέτρο ένα άτομο σε καλή φυσική κατάσταση.
- Στην οξυγόνωση του ανθρωπίνου σώματος υπό συνθήκες πολύωρης πεζοπορίας ή σωματικής δραστηριότητας παίζει ρόλο ακόμη και το "χαμηλό υψόμετρο" από τα 900μ και πάνω, αλλά στον υπολογισμό αυτό όπως και σε άλλους που θα αναπτύξουμε παρακάτω, λαμβάνεται υπόψη ένας έστω ακόμη στις αρχές αλλά κάπως εξοικειωμένος πεζοπόρος (ή "εγκλιματισμένος").
- Διαδρομές, ή τμήματα διαδρομών, στις οποίες ο πεζοπόρος αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει τα χέρια του δεν υπολογίζονται ως πεζοπορικές.
Στη συνέχεια, στον υπολογισμό Naismith προτάθηκαν διάφορες αναθεωρήσεις με επικρατέστερη του Langmuir, με αλλαγή στη σταθερά ταχύτητας σε 4.000μ/ω, συν 1ω για κάθε 500μ του αθροίσματος των θετικών υψομετρικών διαφορών, και επιπλέον, μείον 20' ανα 600μ του αθροίσματος των αρνητικών υψομετρικών διαφορών σε ήπιες κλίσεις καθόδου (5°-12°), συν 20' ανα 600μ του αθροίσματος των αρνητικών υψομετρικών διαφορών σε μεγάλες κλίσεις καθόδου (>12°).
Τέλος, στην προσπάθεια να είναι πιο εύχρηστος σε συνθήκες πεδίου ο υπολογισμός των παραπάνω, είτε με τις σταθερές του Naismith είτε με τις μετέπειτα αναθεωρήσεις είτε με δική μας επιλογή ταχύτητας, επικράτησε στην κοινότητα με την υπολογιστική μορφή "κανόνας του 8".
Με τον "κανόνα του 8" μετατρέπουμε υπολογιστικά οποιαδήποτε απόσταση στο βουνό σε μια αντίστοιχη ισοδύναμη σε οριζόντιο έδαφος. Στη συνέχεια, υπολογίζουμε τον χρόνο που απαιτείται για να διανυθεί αυτή η οριζόντια ισοδύναμη, ανάλογα τη συγκεκριμένη επιφάνεια εδάφους και τις συνθήκες.
Η ταχύτητα που επιλέγουμε για τον υπολογισμό του χρόνου, δηλ αυτήν που θα είχαμε σε οριζόντια διαδρομή στο ίδιο έδαφος, θα έχει σχέση με την ποιότητα της επιφάνειας (πχ χώμα, σπασμένος ασβεστόλιθος, βράχια, μαλακό χιόνι, σκληρό χιόνι, πάγος, λάσπη). Για ειδικούς σχεδιασμούς, λαμβάνουμε υπόψη επίσης τις καιρικές συνθήκες (ένταση και κατεύθυνση ανέμου, βροχή, ορατότητα, κλπ), και το επίπεδο φορτίου. Πάντως, το πιο καθοριστικό όλων είναι το είδος και η κατάσταση της επιφάνειας.
Η
σημαντική διαφορά της μορφής "κανόνας του 8" είναι οτι επιτρέπει την επιλογή οποιασδήποτε ταχύτητας, ενώ στην αρχική μορφή υπολογισμού ήταν με 5.000μ/ω που αργότερα είχε αναθεωρηθεί σε 4.000μ/ω, και επίσης, η μορφή "κανόνας του 8"
υπολογίζεται πιο εύκολα σε συνθήκες πεδίου.
Ο υπολογισμός με τον "κανόνα του 8":
Ο υπολογισμός με τον "κανόνα του 8":
- Μετράμε την οριζόντια απόσταση στο χάρτη. Όχι την ευθεία, αλλά τη διαδρομή του μονοπατιού.
- Μετράμε τις επι μέρους θετικές υψομετρικές διαφορές της διαδρομής, και τις αθροίζουμε.
- Πολλαπλασιάζουμε το σύνολο των θετικών υψομετρικών διαφορών με το 8.
- Πολλαπλασιάζουμε το σύνολο των θετικών υψομετρικών διαφορών με το 8.
- Στο αποτέλεσμα του πολλαπλασιασμού, προσθέτουμε την οριζόντια απόσταση. Τώρα έχουμε μια συνολική εικονική απόσταση σε οριζόντιο έδαφος.
- Διαιρούμε το παραπάνω αποτέλεσμα με την ταχύτητα που εκτιμούμε ότι θα είχαμε στο ίδιο έδαφος αλλά σε μια οριζόντια απόσταση (με υπόψη τις καιρικές συνθήκες και το επίπεδο φορτίου αν κάνουμε συγκεκριμένο σχεδιασμό).
Παράδειγμα.
Εκείνο πάντως που κάποιος πρέπει να θυμάται
γενικά σε όλα αυτά είναι ότι, όπως όλοι μας έχουμε δει στην πράξη, σε μια χωμάτινη οριζόντια και απρόσκοπτη επιφάνεια ο ορειβάτης αναπτύσσει μέση ταχύτητα 4.000μ/ω μέχρι τουλάχιστον το επίπεδο οξυγόνου "μέσου βουνού". Ο ορειβάτης που διανύει μεγάλες αποστάσεις, με διάφορες συνθήκες καιρού και φορτίου, κρατώντας εφεδρείες για απρόβλεπτες καταστάσεις, απολαμβάνοντας τη διαδρομή, ελέγχοντας και ότι γίνεται γύρω του. Επομένως όλες οι άλλες ταχύτητες φυσιολογικού ρυθμού πεζοπορίας στο βουνό κυμαίνονται κάπου από εκεί και κάτω, με ενδεχόμενη αύξηση της ταχύτητας μόνο σε ομαλές κατηφόρες μικρής κλίσης, ή φυσικά, σε μικρές αποστάσεις πχ κάτω από 1-1.5ω.
γενικά σε όλα αυτά είναι ότι, όπως όλοι μας έχουμε δει στην πράξη, σε μια χωμάτινη οριζόντια και απρόσκοπτη επιφάνεια ο ορειβάτης αναπτύσσει μέση ταχύτητα 4.000μ/ω μέχρι τουλάχιστον το επίπεδο οξυγόνου "μέσου βουνού". Ο ορειβάτης που διανύει μεγάλες αποστάσεις, με διάφορες συνθήκες καιρού και φορτίου, κρατώντας εφεδρείες για απρόβλεπτες καταστάσεις, απολαμβάνοντας τη διαδρομή, ελέγχοντας και ότι γίνεται γύρω του. Επομένως όλες οι άλλες ταχύτητες φυσιολογικού ρυθμού πεζοπορίας στο βουνό κυμαίνονται κάπου από εκεί και κάτω, με ενδεχόμενη αύξηση της ταχύτητας μόνο σε ομαλές κατηφόρες μικρής κλίσης, ή φυσικά, σε μικρές αποστάσεις πχ κάτω από 1-1.5ω.
Παράδειγμα.
Η ανάβαση Χούνη - Μπάφι αναπτύσσεται σε οριζόντια απόσταση 4.750μ και άθροισμα υψομετρικών διαφορών 640μ
640 x 8 = 5.120
5.120 + 4.750 = 9.870 συνολική εικονική απόσταση σε οριζόντιο έδαφος.
Ενδεικτικά, αν υπολογίσουμε με ταχύτητα 4.000μ/ω, θα είναι 2ω28λ
Ενώ αν υπολογίσουμε με ταχύτητα 5.000μ/ω, θα είναι 1ω59λ
Στον τυπικό υπολογισμό Naismith, δηλ με ταχύτητα 5.000μ/ω κλπ, ο υπολογισμός και το αποτέλεσμα στο παραπάνω παράδειγμα είναι:
( 4.750 / 5.000 ) + ( 640 / 600 ) = 2,017 *60λ = 121λ = 2ω01λ
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι είτε με τον "κανόνα του 8" είτε με τον τυπικό Naismith, η σχέση μεταξύ της οριζόντιας πορείας μας και της υψομετρικής μας ανόδου είναι πάντα η ίδια. Εκείνο που αλλάζει μεταξύ των δύο τρόπων υπολογισμού είναι οτι στον δεύτερο έχουμε μια συγκεκριμένη ταχύτητα ενώ στον πρώτο μπορούμε να βάλουμε όποια ταχύτητα θέλουμε ή εκτιμούμε ότι θα έχουμε, εννοώντας πάντα την ταχύτητα αναφοράς, δηλ την ταχύτητα που θα είχαμε σε ίδιο αλλά οριζόντιο έδαφος.
- - -
Ο κανόνας του Naismith είναι αυστηρός. Αν ακολουθήσει κανείς τον ρυθμό του, πρέπει να είναι πάντα ξεκούραστος, αφοσιωμένος, και... ορεξάτος, ασχέτως απόστασης, ημερών πορείας, και άλλων συνθηκών. Έτσι, μια ακόμη παραλλαγή πιο χοντρική που συνηθίζουν αρκετοί, για ένα πρακτικά πιο αντιπροσωπευτικό αποτέλεσμα, είναι να προσθέτουν ένα 25% στον ήδη γνωστό τυπικό χρόνο μιας διαδρομής, δηλ του προσθέτουν το 1/4.
Πχ το αποτέλεσμα στο παραπάνω παράδειγμα, του τυπικού Naismith, είναι 121λ συν 25% = 151λ = 2ω31λ
Πχ ο γνωστός χρόνος, με υπολογισμό Naismith, από τα Πριόνια για το καταφύγιο Σπήλιος Αγαπητός, στον Όλυμπο, είναι 3ω, δηλαδή 180λ. Αν αυξήσουμε τα 180λ κατα 25%, γίνονται 225λ, δηλαδή 3ω45λ
Στην ουσία, με αυτόν τον πολύ απλό και εύκολο τρόπο του +25%, επαναϋπολογίζεται η απόσταση με ταχύτητα 4χλμ/ω αντί 5χλμ/ω, και επιπλέον "χαλαρώνει" ο χρόνος ανα 100μ ανόδου κατα ακόμη 2-3λ.
Υπόψη ότι, οποιοσδήποτε από αυτούς τους υπολογισμούς δεν περιλαμβάνει τις καθυστερήσεις από τις μικροστάσεις ανάπαυσης. Υπόψη επίσης και ο χρόνος για τις μεγάλες στάσεις (φαγητού, χαλάρωσης, ανασυγκρότησης).
Όσον αφορά τον χρόνο για μικροστάσεις ανάπαυσης, αυτός προστίθεται με διάφορους τρόπους.
Πχ το αποτέλεσμα στο παραπάνω παράδειγμα, του τυπικού Naismith, είναι 121λ συν 25% = 151λ = 2ω31λ
Πχ ο γνωστός χρόνος, με υπολογισμό Naismith, από τα Πριόνια για το καταφύγιο Σπήλιος Αγαπητός, στον Όλυμπο, είναι 3ω, δηλαδή 180λ. Αν αυξήσουμε τα 180λ κατα 25%, γίνονται 225λ, δηλαδή 3ω45λ
Στην ουσία, με αυτόν τον πολύ απλό και εύκολο τρόπο του +25%, επαναϋπολογίζεται η απόσταση με ταχύτητα 4χλμ/ω αντί 5χλμ/ω, και επιπλέον "χαλαρώνει" ο χρόνος ανα 100μ ανόδου κατα ακόμη 2-3λ.
Όποιον υπολογισμό και να υιοθετήσει κάποιος, ο "κανόνας του 8" θα αποτελεί πάντα το καλύτερο μας εργαλείο γιατί έχει ένα σημαντικό χαρακτηριστικό και ένα καλό χαρακτηριστικό. Το καλό χαρακτηριστικό είναι ότι υπολογίζεται εύκολα στο πεδίο, δηλαδή "στο πόδι". Ενώ ο υπολογισμός δέχεται οποιαδήποτε ταχύτητα ορίσουμε εμείς, πολύ σημαντικό όταν αντιμετωπίζουμε διάφορες συνθήκες είτε δικές μας είτε του βουνού.
Κάθε ορειβάτης σταδιακά έχει μάθει για τον εαυτό του τι ταχύτητες αναπτύσσει σε οριζόντιο έδαφος, δηλαδή τις ταχύτητες που χρησιμοποιούνται στους υπολογισμούς. Όταν βαδίζει γρήγορα, ή όταν βαδίζει με ρυθμό που διατηρεί δυνάμεις και για το απρόοπτο. Με ημερήσιο φορτίο, με πολυήμερο φορτίο. Σε μεγάλο υψόμετρο, σε μικρό υψόμετρο. Στη ζέστη, στο κρύο. Στην πόλη, στον χωματόδρομο, στα μονοπάτια, στο βραχώδες, στο χιόνι.
Κάθε ορειβάτης σταδιακά έχει μάθει για τον εαυτό του τι ταχύτητες αναπτύσσει σε οριζόντιο έδαφος, δηλαδή τις ταχύτητες που χρησιμοποιούνται στους υπολογισμούς. Όταν βαδίζει γρήγορα, ή όταν βαδίζει με ρυθμό που διατηρεί δυνάμεις και για το απρόοπτο. Με ημερήσιο φορτίο, με πολυήμερο φορτίο. Σε μεγάλο υψόμετρο, σε μικρό υψόμετρο. Στη ζέστη, στο κρύο. Στην πόλη, στον χωματόδρομο, στα μονοπάτια, στο βραχώδες, στο χιόνι.
__________________________
Υπόψη ότι, οποιοσδήποτε από αυτούς τους υπολογισμούς δεν περιλαμβάνει τις καθυστερήσεις από τις μικροστάσεις ανάπαυσης. Υπόψη επίσης και ο χρόνος για τις μεγάλες στάσεις (φαγητού, χαλάρωσης, ανασυγκρότησης).
Όσον αφορά τον χρόνο για μικροστάσεις ανάπαυσης, αυτός προστίθεται με διάφορους τρόπους.
Άλλος προσθέτει πχ 10λ για κάθε 60λ του αποτελέσματος υπολογισμού, ή πιο ακριβώς, στο αποτέλεσμα του αρχικού υπολογισμού προσθέτει και το αποτέλεσμα: [ "λεπτά πορείας" δια 60 ] επί 10.
Άλλος μειώνει την ταχύτητα υπολογισμού αναλογικά, αυτή που αφορά το εικονικό οριζόντιο έδαφος. Δηλαδή πχ αντί με 4χλμ/ω υπολογίζει ας πούμε με ταχύτητα 3,4 ή 3,2χλμ/ω, για αποστάσεις προοδευτικά μεγαλύτερες και μονοπάτια με δύσκολη επιφάνεια, ενώ για αποστάσεις κάτω από 2ω υπολογίζει με κάπως μεγαλύτερη ταχύτητα πχ 4,4χλμ/ω. Για μονοπάτια με επιφάνεια στο μεγαλύτερο ποσοστό έντονα λασπώδη ή με μαλακό βαθύ χιόνι ίσως μια μέση ταχύτητα, σε οριζόντιο έδαφος, η οποία συμπεριλαμβάνει τις μικροστάσεις, να είναι πχ 3χλμ/ω ή 2χλμ/ω. Αυτή πάντως καθορίζεται με την εξατομικευμένη περίπτωση, αλλά υπολογίζεται και εύκολα, με επί τόπου υπολογισμό στο πεδίο σε ένα τμήμα οριζόντιου εδάφους.
Ένας "έτοιμος" υπολογισμός του χρόνου διαδρομής, που συμπεριλαμβάνει τις μικροστάσεις αλλά δεν δέχεται δική μας επιλογή ταχύτητας, και δίνει αρκετά καλό αποτέλεσμα σε υψόμετρα μέχρι τα 2.000-2.500μ με στεγνό έδαφος, είναι ο εξής:
Διαιρείται η απόσταση ανα 1.000μ και πολλαπλασιάζεται με 15λ, συν, διαιρείται ανα 100μ το άθροισμα των θετικών υψομετρικών διαφορών και πολλαπλασιάζεται με 15λ.
Παράδειγμα:
Γκορτσιά - καταφύγιο Πετρόστρουγκας.
Απόσταση 5.400μ και άθροισμα θετικών υψομετρικών 900μ.
Άρα: (5.400/1.000 *15) + (900/100 *15) = 216λ, δηλαδή 3ω36λ
Υπόψη ότι οι αναβάσεις και πορείες από ομάδες έχουν ένα επιπλέον ποσοστό καθυστέρησης πάνω στα προηγούμενα, ανάλογα τον αριθμό ατόμων, και, την ομοιογένεια ή μη της ομάδας. Χοντρικά, για μεγάλες ομάδες προσθέτουμε επιπλέον 10% στον τελικά υπολογισμένο χρόνο των ΩΠ, και πιθανόν ένα ακόμη 5% στον χρόνο των μεγάλων στάσεων. Μεγάλες στάσεις θεωρούνται οι 2-3 που κάνουμε για λήψη γεύματος χαλάρωση και ανασυγκρότηση.
Διαιρείται η απόσταση ανα 1.000μ και πολλαπλασιάζεται με 15λ, συν, διαιρείται ανα 100μ το άθροισμα των θετικών υψομετρικών διαφορών και πολλαπλασιάζεται με 15λ.
Παράδειγμα:
Γκορτσιά - καταφύγιο Πετρόστρουγκας.
Απόσταση 5.400μ και άθροισμα θετικών υψομετρικών 900μ.
Άρα: (5.400/1.000 *15) + (900/100 *15) = 216λ, δηλαδή 3ω36λ
Υπόψη ότι οι αναβάσεις και πορείες από ομάδες έχουν ένα επιπλέον ποσοστό καθυστέρησης πάνω στα προηγούμενα, ανάλογα τον αριθμό ατόμων, και, την ομοιογένεια ή μη της ομάδας. Χοντρικά, για μεγάλες ομάδες προσθέτουμε επιπλέον 10% στον τελικά υπολογισμένο χρόνο των ΩΠ, και πιθανόν ένα ακόμη 5% στον χρόνο των μεγάλων στάσεων. Μεγάλες στάσεις θεωρούνται οι 2-3 που κάνουμε για λήψη γεύματος χαλάρωση και ανασυγκρότηση.
- - -
Ερώτηση. Αν μπει κάποιος στον κόπο να κάνει τους υπολογισμούς, γιατί δεν βάζει στον υπολογισμό εξ αρχής μια ταχύτητα της αρεσκείας του αντί να προσθέτει κάποιο ποσοστό στον Naismith;
Απάντηση. Αυτό γίνεται όταν είναι ήδη γνωστός ο τυπικός χρόνος της διαδρομής, και το μόνο που κάνει ο πεζοπόρος είναι να προσθέσει το δικό του ποσοστό. Οι χρόνοι που αναφέρονται στη βιβλιογραφία, πινακίδες, οδηγίες, για πολύ παλιές κλασικές διαδρομές, πχ όπως πολλές της Πάρνηθας, ή όπως σχεδόν όλες οι γνωστές του Ολύμπου, είναι οι τυπικοί χρόνοι που καταχωρήθηκαν κάποτε μετρώντας με τον κανόνα του Naismith, υπολογίζοντας έναν οδοιπόρο που βαδίζει με ευνοϊκό καιρό σε στεγνό έδαφος, συνεχώς χωρίς στάσεις.
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο καταχωρούνται νέες διαδρομές και στην εποχή μας. Πχ αν γίνει κάπου ένα νέο καταφύγιο, οι χρόνοι που θα καταχωρηθούν και θα δημοσιευτούν, των διαδρομών προς αυτό, θα έχουν μετρηθεί με τον κανόνα του Naismith χωρίς στάσεις. Η πρακτική αυτή μας παρέχει ένα ενιαίο επίπεδο αναφοράς, απλό και άριστο, αλλά δυστυχώς μετά από τη συνήθεια πολλών δεκαετιών χρήσης λησμονείται πλέον το να διευκρινίζεται η πραγματική ερμηνεία αυτών των ωρών πορείας. Έτσι στις μέρες μας έχουν πολλαπλασιαστεί τα περιστατικά καινούριων οδοιπόρων που νομίζουν τους χρόνους αυτούς ως πραγματικούς με αποτέλεσμα ταλαιπωρίες και απρόοπτα. Τόσο πολύ που μερικές φορές ακόμη και διοργανώσεις ομάδων, ειδικότερα όσων εκδράμουν εκτός εξειδικευμένων συλλόγων, κάνουν το ίδιο λάθος που επηρεάζει λανθασμένα και όλο το σχεδιασμό μιας εξόρμησης. Δεν είναι, καθόλου, αστείο. Γιατί η παραννόηση αυτή, πλέον, έχει περάσει στα γενικά έντυπα όπου δημοσιογράφοι τουριστικών στηλών που απευθύνονται στο ευρύ κοινό αναφέρουν ως κανονικούς τους χρόνους Naismith μιας διαδρομής, τους οποίους απλά διάβασαν κάπου.
Άρα άλλο ένα ερώτημα είναι πως ξέρουμε, ένας χρόνος που ακούμε ή διαβάζουμε, τι είναι. Ο κλασικός τυπικός; ο πιο αντιπροσωπευτικός; ή ο χρόνος κάποιου που έκανε τη διαδρομή τρέχοντας και δεν το διευκρινίζει; Σε περίπτωση αμφιβολίας μπορούμε να υπολογίσουμε μόνοι μας, μετρώντας σε ένα χάρτη κατάλληλης κλίμακας (πχ 1:25.000) που να έχει και ισοϋψείς καμπύλες.
Όμως υπόψη: Στην περίπτωση της χρήσης χάρτη, στη μέτρηση των υψομετρικών διαφορών προσέχουμε και τους ελιγμούς που κάνει η διαδρομή ανάμεσα σε δύο ισοϋψείς, δηλ τους ελιγμούς μετά από μια ισοϋψή μέχρι να "κόψει" την επόμενη. Οι ελιγμοί αυτοί στο ανάγλυφο είναι συνήθως "πάνω-κάτω" και λιγότερο συνήθως "δεξιά-αριστερά" και, μιλώντας για μεγάλες διαδρομές, αθροιστικά μπορεί να κρύβουν αρκετό ύψος από τον τελικό υπολογισμό.
Απάντηση. Αυτό γίνεται όταν είναι ήδη γνωστός ο τυπικός χρόνος της διαδρομής, και το μόνο που κάνει ο πεζοπόρος είναι να προσθέσει το δικό του ποσοστό. Οι χρόνοι που αναφέρονται στη βιβλιογραφία, πινακίδες, οδηγίες, για πολύ παλιές κλασικές διαδρομές, πχ όπως πολλές της Πάρνηθας, ή όπως σχεδόν όλες οι γνωστές του Ολύμπου, είναι οι τυπικοί χρόνοι που καταχωρήθηκαν κάποτε μετρώντας με τον κανόνα του Naismith, υπολογίζοντας έναν οδοιπόρο που βαδίζει με ευνοϊκό καιρό σε στεγνό έδαφος, συνεχώς χωρίς στάσεις.
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο καταχωρούνται νέες διαδρομές και στην εποχή μας. Πχ αν γίνει κάπου ένα νέο καταφύγιο, οι χρόνοι που θα καταχωρηθούν και θα δημοσιευτούν, των διαδρομών προς αυτό, θα έχουν μετρηθεί με τον κανόνα του Naismith χωρίς στάσεις. Η πρακτική αυτή μας παρέχει ένα ενιαίο επίπεδο αναφοράς, απλό και άριστο, αλλά δυστυχώς μετά από τη συνήθεια πολλών δεκαετιών χρήσης λησμονείται πλέον το να διευκρινίζεται η πραγματική ερμηνεία αυτών των ωρών πορείας. Έτσι στις μέρες μας έχουν πολλαπλασιαστεί τα περιστατικά καινούριων οδοιπόρων που νομίζουν τους χρόνους αυτούς ως πραγματικούς με αποτέλεσμα ταλαιπωρίες και απρόοπτα. Τόσο πολύ που μερικές φορές ακόμη και διοργανώσεις ομάδων, ειδικότερα όσων εκδράμουν εκτός εξειδικευμένων συλλόγων, κάνουν το ίδιο λάθος που επηρεάζει λανθασμένα και όλο το σχεδιασμό μιας εξόρμησης. Δεν είναι, καθόλου, αστείο. Γιατί η παραννόηση αυτή, πλέον, έχει περάσει στα γενικά έντυπα όπου δημοσιογράφοι τουριστικών στηλών που απευθύνονται στο ευρύ κοινό αναφέρουν ως κανονικούς τους χρόνους Naismith μιας διαδρομής, τους οποίους απλά διάβασαν κάπου.
Άρα άλλο ένα ερώτημα είναι πως ξέρουμε, ένας χρόνος που ακούμε ή διαβάζουμε, τι είναι. Ο κλασικός τυπικός; ο πιο αντιπροσωπευτικός; ή ο χρόνος κάποιου που έκανε τη διαδρομή τρέχοντας και δεν το διευκρινίζει; Σε περίπτωση αμφιβολίας μπορούμε να υπολογίσουμε μόνοι μας, μετρώντας σε ένα χάρτη κατάλληλης κλίμακας (πχ 1:25.000) που να έχει και ισοϋψείς καμπύλες.
Όμως υπόψη: Στην περίπτωση της χρήσης χάρτη, στη μέτρηση των υψομετρικών διαφορών προσέχουμε και τους ελιγμούς που κάνει η διαδρομή ανάμεσα σε δύο ισοϋψείς, δηλ τους ελιγμούς μετά από μια ισοϋψή μέχρι να "κόψει" την επόμενη. Οι ελιγμοί αυτοί στο ανάγλυφο είναι συνήθως "πάνω-κάτω" και λιγότερο συνήθως "δεξιά-αριστερά" και, μιλώντας για μεγάλες διαδρομές, αθροιστικά μπορεί να κρύβουν αρκετό ύψος από τον τελικό υπολογισμό.
- - -
Ο υπολογισμός, λοιπόν, με τον Naismith δεν έχει χάσει την αξία του, θα αποτελεί πάντα μια βάση αναφοράς, και χρησιμοποιείται σε διάφορες περιπτώσεις.
Πχ μια δική μου μέθοδος. Για διαδρομές πάνω από 2ω, αν χάσουμε την επαφή με μια άλλη ομάδα, και δεν έχουμε συνεννοηθεί μαζί της για κάτι διαφορετικό όσον αφορά τους χρόνους, τότε μπορεί να υπολογιστεί με βάση τον κανόνα Naismith το πότε πρέπει να αρχίσουμε να ανησυχούμε, και το πότε πρέπει να συνεγερθούμε. Στο βουνό, ακόμη περισσότερο στο χειμερινό ή στο άνω του "χαμηλού", μας ενδιαφέρει κάθε λεπτό που κάποιος είναι ακινητοποιημένος από ατύχημα, άρα και ένας όσο το δυνατόν καλύτερος υπολογισμός που δεν θα αφήνει περιττά περιθώρια αναμονής. Έτσι:
- Στον τυπικό χρόνο της διαδρομής υπολογίζοντας με τον Naismith, την οποία διαδρομή ξέρουμε ότι η ομάδα ή το άτομο κάνει προς ένα σημείο συνάντησης, ή στο οποίο θα έχει επαφή ή επικοινωνία,
- προσθέτω τους χρόνους των μικροστάσεων ανάπαυσης,
- και τους χρόνους των κανονικών στάσεων αν ξέρουμε ή πιστεύουμε ότι θα έχει τέτοιες μέχρι εκεί,
- και προσθέτω τον ενδεχόμενο χρόνο, που θα κάνει το άτομο ή η ομάδα με την οποία χάσαμε επαφή, για τοποθέτηση ή αλλαγή εξοπλισμού ή ανασυγκρότηση ανάλογα τα περάσματα της διαδρομής και ανάλογα τον καιρό.
O χρόνος, λοιπόν, στο +25% του συνολικά υπολογισμένου είναι ένα ρεαλιστικό χρονικό σημείο όπου θα πρέπει να αρχίσουμε να ανησυχούμε, προετοιμαζόμενοι και σχεδιάζοντας ανάλογα, και ο χρόνος στο +50% είναι ένα χρονικό σημείο συναγερμού, όπου θα πρέπει να αρχίσουμε να κλιμακώνουμε τις ενέργειες μας.
Πχ μια δική μου μέθοδος. Για διαδρομές πάνω από 2ω, αν χάσουμε την επαφή με μια άλλη ομάδα, και δεν έχουμε συνεννοηθεί μαζί της για κάτι διαφορετικό όσον αφορά τους χρόνους, τότε μπορεί να υπολογιστεί με βάση τον κανόνα Naismith το πότε πρέπει να αρχίσουμε να ανησυχούμε, και το πότε πρέπει να συνεγερθούμε. Στο βουνό, ακόμη περισσότερο στο χειμερινό ή στο άνω του "χαμηλού", μας ενδιαφέρει κάθε λεπτό που κάποιος είναι ακινητοποιημένος από ατύχημα, άρα και ένας όσο το δυνατόν καλύτερος υπολογισμός που δεν θα αφήνει περιττά περιθώρια αναμονής. Έτσι:
- Στον τυπικό χρόνο της διαδρομής υπολογίζοντας με τον Naismith, την οποία διαδρομή ξέρουμε ότι η ομάδα ή το άτομο κάνει προς ένα σημείο συνάντησης, ή στο οποίο θα έχει επαφή ή επικοινωνία,
- προσθέτω τους χρόνους των μικροστάσεων ανάπαυσης,
- και τους χρόνους των κανονικών στάσεων αν ξέρουμε ή πιστεύουμε ότι θα έχει τέτοιες μέχρι εκεί,
- και προσθέτω τον ενδεχόμενο χρόνο, που θα κάνει το άτομο ή η ομάδα με την οποία χάσαμε επαφή, για τοποθέτηση ή αλλαγή εξοπλισμού ή ανασυγκρότηση ανάλογα τα περάσματα της διαδρομής και ανάλογα τον καιρό.
O χρόνος, λοιπόν, στο +25% του συνολικά υπολογισμένου είναι ένα ρεαλιστικό χρονικό σημείο όπου θα πρέπει να αρχίσουμε να ανησυχούμε, προετοιμαζόμενοι και σχεδιάζοντας ανάλογα, και ο χρόνος στο +50% είναι ένα χρονικό σημείο συναγερμού, όπου θα πρέπει να αρχίσουμε να κλιμακώνουμε τις ενέργειες μας.
Αν δεν έχετε βρεθεί αντιμέτωποι ακόμη με μια κατάσταση σαν την παραπάνω, ίσως ο παραπάνω υπολογισμός να φαντάζει υπερβολικά λεπτομερής ή δυσκολομνημόνευτος. Τότε κάντε κάτι πιο χοντρικό, υπολογίστε τον χρόνο κατα Naismith, ή για ευκολία, υπολογίστε με τον κανόνα του 8 με ταχύτητα 5χλμ/ω, που είναι το ίδιο, και στη συνέχεια πολλαπλασιάστε τον επί 1,8. Μνημονικό: κανόνας του 8 επί 1,8. Ο χρόνος που προκύπτει είναι σίγουρα ένα όριο για σημαντική ανησυχία και προετοιμασία, ή ενδεχομένως και για άμεσες ενέργειες στην περίπτωση που η διαδρομή των καθυστερημένων είναι σε στεγνό ή συνεκτικό (στερεό) έδαφος.
Τέλος,
μια καλή ερώτηση είναι, σε τι μας χρειάζονται όλα τα παραπάνω; Καταρχήν, σε τρία πολύ βασικά πράγματα.
Στον προσχεδιασμό ή επιλογή μιας διαδρομής, και άρα στη γενικότερη οργάνωση μιας εξόρμησης. Στη γενική κατάταξη και σύγκριση μιας διαδρομής ανάμεσα σε άλλες, και στο περίπου, τον ατομικό μας έλεγχο προόδου στην εκτέλεση διαδρομών.
___
μια καλή ερώτηση είναι, σε τι μας χρειάζονται όλα τα παραπάνω; Καταρχήν, σε τρία πολύ βασικά πράγματα.
Στον προσχεδιασμό ή επιλογή μιας διαδρομής, και άρα στη γενικότερη οργάνωση μιας εξόρμησης. Στη γενική κατάταξη και σύγκριση μιας διαδρομής ανάμεσα σε άλλες, και στο περίπου, τον ατομικό μας έλεγχο προόδου στην εκτέλεση διαδρομών.
___